Ωραίος ως Έλλην
Ωραίος ως Έλλην
Κατά τη διάρκεια των μεταπτυχιακών σπουδών μου στην Αμερική, ένας Ινδός (!) καθηγητής μου, όταν έμαθε ότι είμαι Έλληνας, με ρώτησε (μπροστά σε όλη την τάξη) εάν ο μπαμπάς μου είναι “Greek tycoon”, δηλαδή Έλληνας μεγιστάνας. Ενοχλημένος, του απάντησα ότι εάν ο πατέρας μου ήταν μεγιστάνας δεν θα ήμουν εκεί, πράγμα που φυσικά προκάλεσε το γέλιο των υπόλοιπων. Τέτοια κλισέ για εθνικά στερεότυπα είναι διαχρονικά, απλά προσαρμόζονται στις απαιτήσεις των καιρών. Το τρέχον στερεότυπο για τους Έλληνες είναι ότι καλοπερνάνε κάτω από τον ελληνικό ήλιο πίνοντας ούζο και τρώνε τα χρήματα των σκληρά εργαζόμενων (Βορειο)Ευρωπαίων. Με λίγα λόγια, είναι τα τζιτζίκια που ζουν σε βάρος των μυρμηγκιών.
Παραμύθι #2: Οι Έλληνες είναι τεμπέληδες
Η εντύπωση αυτή δημιουργήθηκε μετά από τα πάμπολα δημοσιεύματα του ευρωπαϊκού τύπου (κυρίως του γερμανικού), τα οποία ανέφεραν (προφανώς μετά από υποδείξεις Ελλήνων καλοθελητών) πολλά παραδείγματα Ελλήνων που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο την περνούσαν “ζωή και κότα” χωρίς να χρειάζεται να δουλεύουν όπως οι ευρωπαίοι συνάδελφοί τους.
Το πιο γνωστό από τα πολλά άρθρα που καταρρίπτουν αυτόν τον μύθο είναι του BBC (υπάρχει και μετάφραση στα ελληνικά), που αναφέρεται στα στοιχεία του ΟΟΣΑ για το 2011, σύμφωνα με τα οποία οι Έλληνες είναι στην τρίτη θέση παγκοσμίως και στην πρώτη θέση στην Ευρώπη όσον αφορά στον μέσο όρο ωρών εργασίας ανά εργαζόμενο. Οι “εργατικοί” Γερμανοί βρίσκονται στη δεύτερη θέση στην Ευρώπη σε ώρες εργασίας. Δεύτερη από το τέλος! Και επισημαίνει το BBC ότι “ο μέσος Έλληνας εργάζεται 40% περισσότερες ώρες από τον μέσο Γερμανό”. Πάπαλα, λοιπόν, το επιχείρημα της τεμπελιάς.
Φυσικά τέτοια στοιχεία που έρχονται σε αντίθεση με τις καθιερωμένες προκαταλήψεις εγείρουν πολλές ενστάσεις και “εξηγήσεις”. Το ίδιο ρεπορτάζ του BBC, προσπαθώντας να δικαιολογήσει τη αχανή αυτή απόσταση, προβάλει ως δικαιολογία το γεγονός ότι μεγαλύτερο μέρος των εργαζομένων στην Ελλάδα είναι αυτοαπασχολούμενοι απ' ό,τι στη Γερμανία και το γεγονός ότι στη Γερμανία υπάρχει μεγαλύτερο ποσοστό εργαζόμενων μερικής απασχόλησης, γι' αυτό και δεν είναι συγκρίσιμα τα μεγέθη στις δύο χώρες. Σωστά. Οι αυτοαπασχολούμενοι δεν είναι εργαζόμενοι. Και οι Γερμανοί που δουλεύουν τις μισές ώρες από έναν Έλληνα δεν είναι τεμπέληδες, αλλά απλά “μερικής απασχόλησης”. Όπως έλεγε και ο Οβελίξ, “δεν είμαι χοντρός, αλλά... χαμηλοστήθης”. Αλλά ακόμα και αφαιρώντας αυτές τις δύο κατηγορίες εργαζομένων, το BBC υπολογίζει (πώς;) ότι οι Έλληνες υπάλληλοι πλήρους απασχόλησης δουλεύουν 10% περισσότερο από τους αντίστοιχους Γερμανούς. Συνεχίζοντας τις αλχημίες, το BBC υπολογίζει το λόγο του αριθμού ωρών εργασίας ως προς το σύνολο του πληθυσμού παραγωγικής ηλικίας για να έχει μια πιο “δίκαια” σύγκριση, αλλά πάλι δεν του βγαίνουν τα νούμερα προς όφελος της Γερμανίας.
Και στο σημείο αυτό, το BBC (αφού αναρωτιέται γιατί τότε χρειάζεται “διάσωση” η Ελλάδα και όχι η Γερμανία) κάνει τη διαπίστωση του αιώνα: οι Γερμανοί, μπορεί να δουλεύουν λιγότερο, αλλά είναι πιο παραγωγικοί και πιο αποτελεσματικοί. Πράγματι, από τα ίδια στοιχεία του ΟΟΣΑ, προκύπτει ότι η Γερμανία βρίσκεται στην έβδομη θέση της Ευρώπης στην παραγωγικότητα και η Ελλάδα στην όγδοη από το τέλος.
Κι εμείς επιτέλους κατανοούμε τη φύση του προβλήματός μας. Μπορεί να καθόμαστε στη δουλειά με τις ώρες, αλλά δεν δουλεύουμε. Αν μη τι άλλο, ξέρουμε τόσα παραδείγματα υπαλλήλων (άλλων, όχι του εαυτού μας, φυσικά) που πηγαίνουν στη δουλειά και κοροϊδεύουν τον κόσμο, βαράνε μύγες ή παίζουν πασιέντζα. Και επίσης ξέρουμε ότι οι λίγοι υπάλληλοι που πράγματι δουλεύουν αυτές τις ώρες, βασανίζονται πολύ περισσότερο από τους Γερμανούς συναδέλφους τους, αφού το ελληνικό σύστημα, ιδίως το δημόσιο, είναι σφόδρα αναποτελεσματικό σε σχέση με το Γερμανικό, όπου εκεί πατάς ένα κουμπί και γίνεται μια δουλειά για την οποία ο Έλληνας χρειάζεται μισή ώρα. Έτσι εξηγείται, λοιπόν, γιατί είμαστε τελευταίοι στην Ευρώπη. Πάλι “Ελληνικά στατιστικά” χρησιμοποιήσαμε για να ξεγελάσουμε τους φιλότιμους Γερμανούς ότι δήθεν δουλεύουμε.
Μπούρδες! Άλλα μας λένε και άλλα καταλαβαίνουμε. Η παραγωγικότητα στην οποία αναφέρεται το άρθρο και όσοι την επικαλούνται δεν είναι τίποτε περισσότερο από τα λεφτά που βγάζει κάποιος ανά ώρα εργασίας. Αυτό ακριβώς γράφει και το άρθρο: “Πάρτε το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) - δηλαδή τη συνολική παραγωγή της χώρας - και διαιρέστε την με τον αριθμό εργαζομένων”, αυτό γράφει και η σχετική επικεφαλίδα των στοιχείων του ΟΟΣΑ: “ΑΕΠ ανά ώρα εργασίας”. Σε ατομική βάση, αυτό σημαίνει ότι ένας δικηγόρος που χρεώνει €300 την ώρα είναι 60 φορές πιο “παραγωγικός” από έναν εργαζόμενο με βασικό μισθό που βγάζει περίπου €5 την ώρα (€800 το μήνα/40 ώρες την εβδομάδα/4 εβδομάδες το μήνα). Σε συλογική βάση, σημαίνει ότι ένα σύνολο που αποτελείται από περισσότερους δικηγόρους είναι πιο “παραγωγικό” από ένα ισοδύναμο σύνολο που αποτελείται κυρίως από ανειδίκευτους εργαζόμενους. Με άλλα λόγια, το Κολωνάκι είναι πιο “παραγωγικό” από το Κερατσίνι, παρότι οι κάτοικοι του τελευταίου μπορεί να εργάζονται πιο σκληρά από αυτούς του πρώτου.
Είναι προφανές ότι αυτού του είδους η ποσοτικοποιημένη “παραγωγικότητα” καμία σχέση δεν έχει με την αποτελεσματικότητα και την αφοσίωση στη δουλειά. Θα είχε εάν η σύνθεση των δύο προς σύγκριση συνόλων ήταν παρόμοια (π.χ., Κερατσίνι με Δραπετσώνα ή Κολωνάκι με Φιλοθέη), αλλά δεν είναι καθόλου ενδεικτική όταν συγκρίνονται ανόμια σύνολα. Για παράδειγμα, η πιο “παραγωγική” χώρα στην Ευρώπη είναι το Λουξεμβούργο με 40% περισσότερη “παραγωγικότητα” από τη Γερμανία! Αυτό μπορεί κάποιος κακόβουλος να το ερμηνεύσει ως αναποτελεσματικότητα των Γερμανών, αλλά η αλήθεια είναι ότι το Λουξεμβούργο έχει ένα δυσανάλογα μεγάλο ποσοστό εργαζομένων στον τραπεζικό τομέα και η διαφορά στις αποδοχές είναι αναμενόμενη. Αντίστοιχα, η σύνθεση της ελληνικής και της γερμανικής οικονομίας είναι τέτοια που δεν επιτρέπει την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων από την απλή σύγκριση της “παραγωγής” ανά ώρα.
Στο άρθρο του BBC, ένας υπάλληλος του ΟΑΣΑ “εξηγεί” τη διαφορά παραγωγικότητας δηλώνοντας ότι “η Γερμανία έχει πολύ αποτελεσματικό κατασκευαστικό τομέα” (προφανώς εννοεί τη βιομηχανία) και ότι “παρότι μικρότερο ποσοστό Γερμανών εργάζεται στη γεωργία, και εδώ είναι πιο αποτελεσματικοί - εν μέρει επειδή ‘η τεχνολογία είναι πιο διαδεδομένη’”. Ο εν λόγω κύριος παραλείπει να διευκρινήσει ότι η Ελλάδα σχεδόν δεν έχει βιομηχανία και σίγουρα όχι βιομηχανία που παράγει προϊόντα ίδιας φύσης με τα γερμανικά, ενώ η αναφορά στη γεωργία είναι αστοχότατη, όχι μόνο γιατί σχεδόν υπαινίσεται ότι οι Έλληνες δεν έχουν τρακτέρ, αλλά γιατί τα στοιχεία που σχολιάζει αφορούν στη συνολική οικονομία και όχι αποκλειστικά στη γεωργία (δηλαδή από πουθενά δεν προκύπτει ότι ο αγροτικός τομέας στη Γερμανία είναι πιο “παραγωγικός” ή πιο αποτελεσματικός από τον ελληνικό). Φαίνεται ότι οι διάφοροι “εμπειρογνώμονες” επιδίδονται σε διαγωνισμό κοτσάνας σχετικά με το πώς εξηγείται η κρίση στην Ελλάδα.
Μα, θα μου πει κανείς, αφού ξέρουμε ότι στην Ελλάδα το σύστημα είναι αναποτελεσματικό, αφού εκεί που ο Γερμανός παίρνει μία σφραγίδα και τελειώνει, εμείς πρέπει να τρέχουμε τρεις ώρες από γραφείο σε γραφείο. Σύμφωνοι, υπάρχουν πολλά εκνευριστικά πράγματα στην Ελλάδα που πρέπει να διορθωθούν (με πρώτο την έλλειψη μηχανοργάνωσης), αλλά αφενός δεν γνωρίζουμε την πραγματική έκτασή τους και, πιο σημαντικά, δεν γνωρίζουμε την επίπτωση που έχουν στην παραγωγή. Για παράδειγμα, εάν ο Έλληνας εργαζόμενος πηγαίνει στις δημόσιες υπηρεσίες κατά μέσο όρο μία φορά το μήνα και χάνει τρεις ώρες για μια δουλειά που ο Γερμανός χάνει μία, η επίπτωση στη συνολική εργασία είναι μικρή (2 ώρες έξτρα το μήνα/8 ώρες τη μέρα/20 μέρες το μήνα = 1,25%), αλλά εάν πηγαίνει κάθε μέρα τότε είναι σημαντική (2 ώρες έξτρα τη μέρα/8 ώρες τη μέρα = 25%). Τέτοια στατιστικά δεν έχω δει ακόμη. Το μόνο που έχουμε είναι προσωπικές εμπειρίες που τις ανάγουμε σε κανόνες. Αλλά αυτό δεν είναι πάντοτε σωστός οδηγός.
Όταν επέστρεψα τις πινακίδες του αυτοκινήτου μου στην Ελλάδα, έμεινα έκπληκτος από το χάος και την ανοργανωσιά της υπηρεσίας, αλλά μέσα σε μισή ώρα είχε τελειώσει η δουλειά μου. Προφανώς οι Έλληνες υπάλληλοι έμαθαν να ζουν και να δουλεύουν με αυτή τη χαοτική κατάσταση. Από την άλλη μεριά, όταν πήγαμε με τον αδερφό μου για να βγάλουμε πινακίδες για το καινούριο του αυτοκίνητο σε ένα περιφεριακό γραφείο του Μονάχου, οι συνθήκες που συναντήσαμε ήταν εντυπωσιακές: τεράστια αίθουσα, όμορφα τακτοποιημένα γραφεία, υπολογιστές, σειρά προτεραιότητας, ευγένεια. Υπήρχαν πέντε υπάλληλοι και ήμασταν τέσσερις πελάτες. Κάναμε πάνω από μία ώρα να τελειώσουμε και το μεγαλύτερο ποσοστό του χρόνου απλά περιμέναμε να έρθει η σειρά μας! Θα έπαιρνα όρκο ότι δυο τρεις υπάλληλοι που έδειχναν μονίμως απασχολημένοι απλά έπαιζαν πασιέντζα στον υπολογιστή. Εάν ήταν να κρίνω από την προσωπική μου εμπειρία, ο Έλληνας υπάλληλος που αγωνίζεται να βάλει τάξη στις στοίβες με τα έγγραφα, που του μιλάνε τρεις πελάτες μαζί, που ακούει κάθε είδους προσβολές από τους ανυπόμονους και μόνιμα γκρινιάρηδες Ελληνάρες είναι ήρωας και τέρας εργατικότητας, ενώ ο καλοζωισμένος Γερμανός που δεν ιδρώνει το αυτί του και προσποιείται τον απασχολημένο είναι κηφήνας ολκής. Γι’ αυτό και δεν σπεύδω να υιοθετήσω τις γενικότητες που ο καθένας εκτοξεύει χωρίς απτά στοιχεία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλά από τα στραβά που καταλογίζουμε στους δημόσιους υπάλληλους δεν είναι αποκλειστικό ελληνικό προνόμιο. Πρόσφατα, Γερμανός δημόσιος υπάλληλος δήλωσε ότι δεν έχει εργαστεί τα τελευταία 14 χρόνια. Η πρώτη αντίδραση του... ελληνάρα είναι, φυσικά, ότι αυτός είναι ένας, ενώ στην Ελλάδα υπάρχουν χιλιάδες. Πιθανόν να υπάρχουν χιλιάδες έλληνες δημόσιοι υπάλληλοι που δεν έχουν δουλέψει ποτέ, αλλά καλό θα ήταν να αναφέρουμε και κανένα στοιχείο που το στηρίζει. Δεδομένου ότι δεν υπάρχουν στατιστικά στοιχεία για το πόσοι έλληνες υπάλληλοι δεν δουλεύουν καθόλου και ούτε έχει αναφερθεί κάποιο αντίστοιχο παράδειγμα στην Ελλάδα, το μόνο γεγονός που έχουμε στη διάθεσή μας είναι ότι οι αναφερθείσες περιπτώσεις... οξείας τεμπελιάς είναι κατά μία περισσότερες στη Γερμανία απ’ ό,τι στην Ελλάδα.
Εάν η πηγή των πληροφοριών μας είναι τα περιρρέοντα σχόλια και η προσωπική εκτίμηση ότι “οι μισοί δημόσιοι υπάλληλοι κάθονται και τα ξύνουν”, τότε δεν έχει νόημα οποιαδήποτε συζήτηση. Ας περιοριστούμε σε πιο ακίνδυνες προκαταλήψεις, π.χ. ότι οι Έλληνες την έχουν μεγαλύτερη, όπως “απέδειξε” μάλιστα και γερμανική έρευνα.
Βρε, λες να είναι αυτός ο λόγος που όλα τα PIIGS (τελευταία στη σχετική λίστα) έχουν οικονομικά προβλήματα;
Μόναχο, 10 Ιουλίου 2012
Άγγελος Κανλής
Τρίτη, 10 Ιουλίου 2010
Homo Graecus