Θυσίες πάσῃ θυσίᾳ
Θυσίες πάσῃ θυσίᾳ
Όπως δείχνουν τα πράγματα, η Εξοδολογία όχι μόνο δεν υποχωρεί, αλλά αυτοτροφοδοτείται και ανδρώνεται. Είτε για ψηφοθηρικούς, είτε για εμπορικούς, είτε για ιδεολογικούς λόγους, μεγάλο μέρος του ελληνικού πολιτικού και δημοσιογραφικού σκηνικού υιοθετεί και οχυρώνεται πίσω από τις παιδιάστικες απειλές που χρησιμοποιεί η εν συγχύσει τελούσα (όσον αφορά στην αντιμετώπιση της κρίσης) ευρωεξουσία, όπως η δήλωση του ευρωεπιτρόπου Μπαρόζο ότι “αν ένα μέλος ενός κλαμπ δε σέβεται τους κανόνες, τότε είναι καλύτερα να φύγει από το κλαμπ” (λες και οι διατάξεις του μνημονίου, όπως για παράδειγμα η κινεζοποίηση του ιδιωτικού τομέα, έχουν θεσπιστεί ως κανόνες του Ευρωπαϊκού “κλαμπ”, εκτός και αν εννοεί τα κριτήρια του Μάαστριχτ, τα οποία παραβιάζουν επανειλημμένα όλες σχεδόν οι ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Γερμανίας). Με τον τρόπο αυτό, η πεποίθηση ότι στις ερχόμενες εκλογές κρίνεται η παραμονή μας στην Ευρωζώνη έχει γίνει κτήμα μεγάλου μέρους του εκλογικού σώματος, που καλείται να αποφασίσει τι παραχωρήσεις δέχεται να κάνει για να διατηρήσει το προνόμιο συμμετοχής σε αυτό το κλαμπ.
Μα ποια θυσία, ποια θυσία...
Σε πρόσφατη δημοσκόπηση, τέθηκε το ερώτημα “Σε περίπτωση που δεν καταφέρουμε να αλλάξουμε ικανοποιητικά τους όρους της δανειακής σύμβασης, τι πιστεύετε ότι πρέπει να πράξουμε;”. Το αποτέλεσμα των απαντήσεων παρουσιάστηκε ως “το 72,9% έχει την άποψη ότι πρέπει -'πάση θυσία'- να παραμείνουμε στο ευρώ και στην ευρωζώνη”. Στην πραγματικότητα, η απάντηση με την οποία συμφώνησε το 72,9% των ερωτηθέντων ήταν “Να προσπαθήσουμε να παραμείνουμε στην ζώνη του Ευρώ”, χωρίς να προσδιορίζεται ποιες θυσίες θα είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε. Δεν γνωρίζω εάν αυτή η διαστρέβλωση του ευρήματος της δημοσκόπησης οφείλεται σε απλή παραδρομή ή αντιπροσωπεύει μία προσπάθεια χειραγώγησης της κοινής γνώμης, ότι δηλαδή “εάν θέλετε το Ευρώ, πρέπει να υποστείτε οποιαδήποτε συνέπεια”.
Σε άλλη δημοσκόπηση, το ερώτημα ήταν πιο ξεκάθαρο ως προς τις απαιτούμενες θυσίες: “ΝΑΙ ή ΟΧΙ πάση θυσία στην παραμονή στο ευρώ με πλήρη εφαρμογή των οικονομικών μέτρων που έχει [sic] συμφωνηθεί”. Εδώ, η εικόνα είναι αρκετά διαφορετική, με τους μισούς (49,6%) να επιλέγουν “ΟΧΙ” και ελαφρώς λιγότερους (42,2%) το “ΝΑΙ”. Ωστόσο, οι διαθέσιμες απαντήσεις πάλι δεν περιλαμβάνουν την έννοια της “πάσης θυσίας”: “ΝΑΙ/ΟΧΙ - στην παραμονή στο ευρώ με πλήρη εφαρμογή των οικονομικών μέτρων”. Στη διατύπωση των απαντήσεων συγχέεται η εφαρμογή των οικονομικών μέτρων με την παραμονή στο ευρώ (υπονοώντας, ίσως, ότι μη εφαρμογή τους οδηγεί στην έξοδο), και η έννοια της πάση θυσία παραμονής στο ευρώ με την εφαρμογή των οικονομικών μέτρων (υπονοώντας, μάλλον, ότι δεν χρειάζεται να κάνουμε τίποτε άλλο για να παραμείνουμε στην Ευρωζώνη, παρά απλά να τα εφαρμόσουμε).
Με βάση αυτές τις δημοσκοπήσεις, εξάγεται το συμπέρασμα ότι ο ελληνικός λαός δεν θέλει με τίποτε να χάσει το προνόμιο συμμετοχής στην Ευρωζώνη, αλλά είναι διατεθειμένος να κάνει και να υποστεί οτιδήποτε για να το διατηρήσει. Είναι όμως έτσι; Μήπως η διατύπωση των ερωτημάτων και των απαντήσεων είναι τέτοια που να εμπεριέχει λογικά άλματα και αστήρικτες εικασίες και οδηγεί σε λανθασμένα συμπεράσματα;
Τα παρακάτω θέματα σχετίζονται με τη διατύπωση των ερωτημάτων και την πιθανή ερμηνεία της από τους ερωτηθέντες, καθώς και με ενδεχόμενους συνειρμούς στους οποίους οδηγεί η παρουσίαση των ευρημάτων.
➡Τι σημαίνει “πάση θυσία”;
➡Για ποιον λόγο είναι σημαντική η παραμονή στο Ευρώ;
➡Πώς σχετίζεται η έξοδος από το Ευρώ με τα μέτρα του Μνημονίου;
➡Γιατί να μην δεχτεί η Τρόικα οποιαδήποτε διαπραγμάτευση;
➡Είναι, όντως, η πλήρης υποταγή στις προσταγές της Τρόικα και η αποχώρηση από την Ευρωζώνη οι μόνες επιλογές μας;
Εάν υπήρχε ξεκάθαρη απάντηση σ’ αυτά τα ερωτήματα, θα ήταν πιο κατανοητό το συμπέρασμα ότι το Ευρώ είναι υπεράνω οτιδήποτε άλλου και αξίζει κάθε θυσία.
Το Ευρώ δεν είναι αυτοσκοπός
Ας εξετάσουμε αρχικά την έννοια “πάση θυσία” με ένα υποθετικό παράδειγμα.
Φανταστείτε ότι είστε μέλος μιας αριστοκρατικής λέσχης και ότι, λόγω κάποιων προβλημάτων που αντιμετωπίζετε, τα άλλα μέλη της λέσχης σάς ξεκαθαρίζουν ότι για να παραμείνετε στη λέσχη, πρέπει η κόρη σας να γίνει συνοδός πολυτελείας και ο γιος σας γιουσουφάκι. Θα ήσασταν διατεθειμένοι να προβείτε σε αυτή την “θυσία”, ώστε να συνεχίσετε να είστε μέλος, μόνον επειδή η συμμετοχή στη λέσχη σάς δίνει πρεστίζ και προνόμια και ίσως σας κρατάει μακριά από τη φτώχεια; Πιστεύω ότι οι περισσότεροι (αν όχι όλοι) θα βάζατε την ευτυχία των παιδιών σας πάνω από τα όποια οφέλη θα αποκομίζατε από τη συμμετοχή στη λέσχη. Το ίδιο, πιθανόν, θα κάνατε εάν οι προϋποθέσεις παραμονής ήταν να σκοτώσετε κάποιον, να σας κόψουν τα δύο χέρια ή να έχετε πρόσβαση μόνο στις τουαλέτες. Όλες αυτές οι προϋποθέσεις είναι “θυσίες”, τις οποίες θα πρέπει να είσαστε διατεθειμένοι να κάνετε, εάν θέλετε να μείνετε στη λέσχη “πάση θυσία”. Ωστόσο, είναι προφανές ότι, όταν πρόκειται περί συμβιβασμού, δηλαδή να κερδίσουμε κάτι ως αντιστάθμισμα για κάτι που χάνουμε, είναι απαραίτητη η ιεράρχηση των προτεραιοτήτων μας ώστε να μπορούμε να κρίνουμε εάν ο συμβιβασμός έχει νόημα. Στο παραπάνω παράδειγμα, αξιοπρέπεια, ηθική, προοπτική και ευημερία θα βρίσκονταν πιο πάνω στη λίστα των προτεραιοτήτων μας από το πρεστίζ, τα προνόμια και την άνεση και, εφόσον απαιτείται η παραίτησή μας από τα πρώτα για να έχουμε τα έσχατα, ο προτεινόμενος συμβιβασμός είναι όχι μόνο μη ελκυστικός, αλλά και επιζήμιος.
Υποθέτοντας, χάριν συζητήσεως, ότι η παραμονή μας στο Ευρώ συνδέεται με την επίλυση της οικονομικής κρίσης, ένας πολύ αποτελεσματικός τρόπος για να πετύχουμε το τελευταίο θα ήταν να εφαρμοστεί ευθανασία σε όλους τους συνταξιούχους, που αποτελούν το πλέον αντιπαραγωγικό (αφού ούτε εργάζονται ούτε πρόκειται ποτέ να εργαστούν) και δαπανηρό (αφ’ ενός λόγω συντάξεων και αφ’ ετέρου λόγω δαπανών υγείας) μέρος της κοινωνίας. Με τον τρόπο αυτό, θα εξοικονομούνταν €6,5δις το χρόνο από τις συντάξεις δημοσίου, καθώς και ένα μεγάλο μέρος των €15δις για επιχορηγήσεις στα ασφαλιστικά ταμεία, ένα ποσό που θα κάλυπτε το (συνολικό μετά τόκων) έλλειμμα του προϋπολογισμού του 2012 και θα καθιστούσε την Ελλάδα την μόνη πλεονασματική χώρα της Ευρωζώνης, με αυτόματη αναβάθμιση της πιστοληπτικής μας ικανότητας σε AAA, έξοδο από τα Μνημόνια και επιμήκυνση (κατά περίπου 10-15 χρόνια, όσα και το προσδόκιμο ζωής μετά τα 65) του διαθέσιμου χρόνου για να πετύχουμε την εξυγίανση των δημοσιονομικών (OK, το θέμα είναι πολύ πιο σύνθετο, αφού η εξάλειψη 1-2 εκατομμυρίων συνταξιούχων θα μείωνε δραστικά την εσωτερική ζήτηση, με αποτέλεσμα την απότομη επιδείνωση της ύφεσης). Αυτή η ξαφνική... ευδοκίμηση θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί άμεσα με τη μικρή “θυσία” των γονιών και παππούδων μας, που ούτως ή άλλως την έζησαν τη ζωή τους. Είμαι όμως σίγουρος ότι, αντιμέτωποι με μια τέτοια επιλογή, όχι μόνο στην παραμονή της χώρας στο Ευρώ δεν θα επιμέναμε, αλλά θα συμφωνούσαμε και στην μετακόμισή της στα νότια της Μαδαγασκάρης (πριν σπεύσετε να αντιτάξετε ότι το σενάριο αυτό είναι παρατραβηγμένο και υπερβολικό, αναλογιστείτε τι επακόλουθο έχουν οι βάρβαρες περικοπές, όχι μόνο στις συντάξεις, αλλά και στις δαπάνες υγείας).
Είναι, λοιπόν, προφανές, ότι η “πάση θυσία” (ουσιαστικά “άνευ όρων”) παραμονή στο ευρώ είναι κάτι που δεν θα ήθελε κανένας μας. Για τον λόγο αυτό, ακόμα και ο Κουβέλης, ένας από τους υπέρμαχους της “πάση θυσία παραμονής” στο Ευρώ, δήλωνε χτες στην εκπομπή Λαβύρινθος της ΕΤ3, ότι στόχος θα πρέπει να είναι η πάση θυσία παραμονή μας στην Ευρωζώνη “ως Ελλάδα”. Παρότι η έκφραση είναι ιδιαίτερα ασαφής, μία πιθανή εξήγηση είναι ότι δεν θα επιθυμούσαμε να παραμείνουμε στην Ευρωζώνη, π.χ., “ως Κίνα”. Είναι και αυτή μία βελτίωση της ρητορικής μέσω ιεράρχησης των προτεραιοτήτων μας: πρωτίστης σημασίας είναι η διατήρηση της εθνικής μας ταυτότητας και των εθνικών μας χαρακτηριστικών και δευτερεύουσας η συμμετοχή μας στην ευρωπαϊκή ελίτ.
The X-Files
Ίσως, λοιπόν, ένα ποιο έντιμο και πιο ξεκάθαρο ερώτημα θα ήταν
“Τι (δεν) είστε διατεθειμένοι να θυσιάσετε για να παραμείνουμε στο Ευρώ;”
Στην περίπτωση αυτή, όμως, δεν μπορώ να σκεφτώ ένα ικανοποιητικό σετ απαντήσεων που να βοηθάει τον κόσμο να εκφράσει τη θέση του, αλλά και να εξυπηρετεί την εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων. Δεδομένου ότι η πρόθεση των δημοσκοπούντων φαίνεται να είναι η διερεύνηση της προδιάθεσης των πολιτών απέναντι σε μια ενδεχόμενη σκληρή στάση των “Ευρωπαίων” (όπως, π.χ., αυτή εκφράστηκε από τον Σόιμπλε, ο οποίος απέκλεισε οποιαδήποτε επαναδιαπραγμάτευση, ενώ είχε ήδη δηλώσει ότι η Ευρωζώνη μπορεί να αντέξει την έξοδο της Ελλάδας), ίσως το ερώτημα στις σωστές του διαστάσεις θα έπρεπε να διατυπωθεί ως εξής:
“Τι θα επιλέγατε, εάν οι εταίροι μας μας έδιναν μόνο δύο επιλογές: είτε να εφαρμόσουμε πιστά τα συμφωνηθέντα είτε να οδηγηθούμε εκτός Ευρώ;”
Ένα τέτοιο ερώτημα θα ήταν πολύ πιο σαφές, αλλά βασίζεται σε αυθαίρετες υποθέσεις κι είναι τόσο ρεαλιστικό όσο και το “τι θα κάνατε εάν αύριο είχαμε εισβολή από εξωγήινα χταπόδια που διψάν για ανθρώπινο αίμα;”.
Η πρώτη ένσταση σχετίζεται με την δεύτερη επιλογή που θα μας “έδιναν”. Πώς ακριβώς θα επιτευχθεί η οδήγηση εκτός Ευρώ; Κανένας δεν έχει μπορέσει, ένα χρόνο μετά την πρώτη επίσημη αναφορά στο ενδεχόμενο από τη Δαμανάκη, να εντοπίσει τη νομική βάση για μια έξοδο χώρας από την Ευρωζώνη. Όπως επιβεβαίωσε ο πρόεδρος του ευρωκοινοβουλίου, Σούλτς, “Μία φόρμουλα βάσει της οποίας θα επιτρέπεται σε μία χώρα μέλος να αποχωρεί (από το ευρώ) είναι κάτι που δεν περιλαμβάνεται στη συνθήκη της ΕΕ”. Ακόμα και να το θέλαμε, δηλαδή (που είναι ξεκάθαρο ότι - προς το παρόν - δεν το θέλουμε), θα έπρεπε να παραβιάσουμε τις συνθήκες, πολύ δε περισσότερο εάν θέλουν οι “υπόλοιποι” να μας αποπέμψουν. Βέβαια, η καταστρατήγηση του δικαίου ποτέ δεν υπήρξε σπουδαίο πρόβλημα, ειδικά για τους “ισχυρούς”, αλλά ακόμη κι έτσι, το περισσότερο που υπαινίσσονται είναι ότι θα μας εξαναγκάσουν (κάπως) να κάνουμε μόνοι μας αυτή την επιλογή (και αυτοί θα κάνουν τα στραβά μάτια στις νομικές λεπτομέρειες). Αυτοί που θέλουν να υποστηρίξουν ότι η (εθελουσία) έξοδος είναι δυνατή, προτείνουν την ταυτόχρονη έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση, με συνέπεια την ακύρωση του νομικού της πλαισίου και την αυτόματη αδυναμία εκπλήρωσης των όρων συμμετοχής στην Ευρωζώνη. Ακόμη και αν αυτό είναι εφικτό, δεν μπορώ να σκεφτώ κανέναν Έλληνα πολιτικό, εκτός από την Παπαρήγα, που θα έδινε την συγκατάθεσή του σε μία τέτοια περιπέτεια.
Γιατί;
Ας αγνοήσουμε τις... τεχνικές δυσκολίες που έχει η έξοδος από το ευρώ και ας υποθέσουμε ότι κάτι τέτοιο θα ήταν δυνατό, πάντα με πρωτοβουλία του απερχόμενου. Δεδομένου ότι δεν υπάρχει πρόθεση από δικιάς μας μεριάς να αναλάβουμε αυτοβούλως τέτοια πρωτοβουλία, η μόνη περίπτωση θα ήταν με κάποιον τρόπο να μας αναγκάσουν να το κάνουμε. Για παράδειγμα, λένε οι θιασώτες της εξοδολογίας, θα μπορούσαν να διακόψουν την παροχή της οικονομικής στήριξης (=“δάνεια”). Στην περίπτωση αυτή, όμως, αυτό που θα επιτύχουν θα είναι απλά η χρεοκοπία της χώρας, αφού αυτή θα αδυνατεί να καλύψει τα ποσά που απαιτούνται για πληρωμή τόκων και χρεολυσίων, δηλαδή να εκπληρώσει τους όρους δανεισμού (που είναι ο ορισμός της χρεοκοπίας). Η χρεοκοπία, όμως, δεν είναι συνώνυμη της αλλαγής νομίσματος, αφού τις τέσσερις φορές που χρεοκόπησε η χώρα μας στη σύγχρονη ιστορία της, το νόμισμά της παρέμεινε το ίδιο.
Αυτοί που διατείνονται ότι η απειλή αποπομπής δεν είναι μπλόφα βλέπουν στη διακοπή παροχής ρευστότητας από την ΕΚΤ στις ελληνικές τράπεζες έναν τρόπο εξαναγκασμού μας να καταφύγουμε σε εθνικό νόμισμα, ώστε να μπορέσουμε να τυπώσουμε χρήμα που θα διατηρήσει τις τράπεζες ζωντανές. Παρότι δεν έχει σχέση με την προαναφερθείσα περίπτωση διακοπής της χρηματοδότησης (η ΕΚΤ μπορεί, θεωρητικά, να διακόψει την υποστήριξη των ελληνικών τραπεζών άσχετα από την πορεία των σχέσεών μας με την Τρόικα), είναι ένα ευλογοφανές σενάριο. Η χρησιμοποίηση ενός τέτοιου τεχνάσματος από την ΕΚΤ θα μπορούσε να δημιουργήσει μεγάλη ασφυξία στην οικονομία της χώρας και να καταστήσει την παραμονή στην Ευρωζώνη εξαιρετικά επώδυνη (το σενάριο των κομμένων χεριών παραπάνω).
Η ένσταση εδώ έγκειται στους λόγους πίσω από μία τέτοια ενέργεια εκ μέρους της ΕΚΤ. Τι σκοπό θα εξυπηρετούσε ο εξαναγκασμός της Ελλάδας να αναζητήσει μόνη της την πόρτα της εξόδου; Πέρα από την πιθανότατη αδυναμία της Ελλάδας να ανταποκριθεί στις δανειακές της υποχρεώσεις (δηλαδή χρεοκοπία, που θα είχε ως συνέπεια την απώλεια εκατοντάδων δις για τους δανειστές μας, ιδιώτες και κράτη), μία τέτοια κίνηση θα υπονόμευε τη δομή τής ίδιας της Ευρωζώνης. Όντας η Ελλάδα χρεοκοπημένη, οι κερδοσκόποι, που μέχρι τώρα στοιχημάτιζαν στην χρεοκοπία της, θα πρέπει να εστιάσουν τα στοιχήματά τους στο επόμενο θύμα. Δεδομένου ότι η έξοδος της Ελλάδας θα απεδείκνυε ότι η αποβολή μιας χώρας κάθε άλλο παρά απίθανη είναι, οι πιέσεις προς την επόμενη χώρα θα εντείνονταν σε σημείο που να καταστήσουν (με βάση το προηγούμενο της Ελλάδας) την έξοδό της σίγουρη. Στο τέλος, όλες οι χώρες με προβλήματα μεγαλύτερα της Γερμανίας (δηλαδή σχεδόν όλες) θα αποσύρονταν από την Ευρωζώνη, η οποία θα έπαυε να έχει λόγο ύπαρξης. Η ΕΚΤ, λοιπόν, αποφασίζοντας να εκδιώξει την Ελλάδα (για λόγους τιμωρίας, αυτοπροστασίας ή απλά ανοησίας), θα κατέληγε να αυτοπυροβοληθεί στο πόδι, αν όχι στο στήθος.
Ο παραλογισμός που ενέχει μία διακοπή της στήριξης της Ελλάδας εκ μέρους της Ευρώπης έχει επισημανθεί πολλάκις τον τελευταίο μισό χρόνο, όπως στην ανάλυση του Τάιμ τον περασμένο Φεβρουάριο, που καταλήγει ότι “οι συνέπειες [για την Ευρωζώνη] μιας ελληνικής χρεοκοπίας είναι δύσκολο να προβλεφθούν” και ότι “οι εφιαλτικές πιθανότητες είναι απλά πολύ μεγάλες για να τις αγνοήσει η υπόλοιπη Ευρώπη”.
Η διατήρηση της συνοχής της Ευρωζώνης είναι απαραίτητη για την επιτυχή αντιμετώπιση της κρίσης. Για το λόγο αυτό, τόσο ο Ραχόι, όσο και ο Φαν Ρομπουί, των οποίων οι χώρες περιμένουν επόμενες στη σειρά για να πάρουν τη θέση της Ελλάδας ως ο αδύναμος κρίκος, όταν και εάν αυτή αποβληθεί από την Ευρωζώνη, επιμένουν να χαρακτηρίζουν το Ευρώ ως “μη αναστρέψιμο σχέδιο”.
Είναι, λοιπόν, προφανές ότι μία μονομερής διακοπή της στήριξης προς την Ελλάδα, ώστε αυτή να οδηγηθεί στη χρεοκοπία και την έξοδο από την Ευρωζώνη, δεν είναι προς συμφέρον της τελευταίας (φυσικά, πολύ λιγότερο προς συμφέρον της πρώτης) και θα αποτελούσε αυτοϋπονόμευσή της.
Στη φωλιά του κούκου
Αυτή η επισήμανση εκ μέρους της Ελλάδας, έχει ερμηνευτεί πολλές φορές ως προσπάθεια εκβιασμού της Ευρώπης, ώστε να μην κάνουμε αυτό που “πρέπει”, υπονοώντας ότι η συνταγή εξυγίανσης που έχει επιβληθεί στην Ελλάδα είναι ικανή και αναγκαία για να λυθεί το οικονομικό της πρόβλημα.
Υποθέστε ότι βρίσκεστε, μαζί με άλλους συνεπιβάτες, σε ένα πλοίο που μπάζει νερά, όπου ο καθένας έχει υπ’ ευθύνη του ένα μέρος του πλοίου. Εσείς έχετε το κομμάτι με την μεγαλύτερη τρύπα και διαπιστώνετε ότι αδυνατείτε να αντιμετωπίσετε το πρόβλημα μόνος σας. Έτσι, απευθύνεστε στους συνεπιβάτες σας για βοήθεια και αυτοί σας δίνουν έναν κουβά και σας λένε να αδειάζετε το νερό όσο μπορείτε πιο γρήγορα. Μετά από λίγο, συνειδητοποιείτε ότι όχι μόνο δεν μπορείτε να αδειάσετε το νερό πιο γρήγορα απ’ ό,τι γεμίζει, αλλά, επειδή ακριβώς ασχολείστε αποκλειστικά με το άδειασμα, δεν έχετε ούτε την ευκαιρία να κλείσετε την τρύπα, η οποία μεγαλώνει και μπάζει ακόμη πιο πολύ. Όταν ενημερώνετε τους συντρόφους σας, αυτοί επιμένουν ότι πρέπει να συνεχίσετε να αδειάζετε το νερό με τον κουβά. Εάν τους εξηγήσετε ότι με τον τρόπο αυτό το μόνο που καταφέρνετε είναι να πλημμυρίσετε περισσότερο, πράγμα που δυσχεραίνει και τη θέση των άλλων (λόγω του ότι το πλοίο βυθίζεται, η πίεση στα μέρη των άλλων αυξάνεται και οι τρύπες τους μεγαλώνουν), θα ήταν αυτό εκβιασμός ή απλή λογική; Εάν αυτοί ενοχλημένοι επιμείνουν ότι μόνο με τον κουβά θα σωθείτε και ότι πρέπει να συνεχίσετε, αλλιώς θα αποκλείσουν το δικό σας κομμάτι και θα σας ρίξουν στη φουρτουνιασμένη θάλασσα, θα ήταν αυτό υπεύθυνη στάση ή μήπως παιδιάστικο πείσμα; Θα συνεχίζατε να πιστεύετε ότι το πλοίο στο οποίο βρίσκεστε είναι ένα ασφαλές καταφύγιο ή θα φοβόσασταν ότι λόγω του παραλογισμού των συντρόφων σας κινδυνεύετε να βρεθείτε εγκλωβισμένοι σε ένα βυθιζόμενο πλοίο, που είναι πολύ χειρότερο από την ανοιχτή θάλασσα;
Η θέση της χώρας μας δεν διαφέρει πολύ από το παραπάνω παράδειγμα. Το αδιέξοδο στο οποίο οδηγεί η πολιτική της Τρόικα συνοψίζεται εύστοχα από τον τίτλο της (εξαιρετικής) ανάλυσης του Γουάισμπροτ για το δεύτερο πακέτο σωτηρίας: “Περισσότερος πόνος, καθόλου κέρδος για την Ελλάδα”. Ο λόγος για τον οποίο το “πρόγραμμα” δεν έχει (και ούτε πρόκειται να) δουλέψει εξηγείται με απλά λόγια από τον Βαρουφάκη σε πρόσφατη συνέντευξή του: “η Ευρώπη αποφάσισε να φορτώσει στη χρεοκοπημένη Ελλάδα το μεγαλύτερο δάνειο της ιστορίας με τον όρο η Ελλάδα να μειώσει το εθνικό της εισόδημα (από το οποίο θα έπρεπε να αποπληρωθούν τα καινούρια και τα παλιά δάνεια)”. Η μετατροπή της χώρας σε συντρίμμια δεν εξυπηρετεί ούτε τα δικά μας συμφέροντα (λογικά), αλλά ούτε και αυτά των “δανειστών” μας, που η πρώτη τους προτεραιότητα θα έπρεπε να είναι πώς θα αποδώσει η επένδυσή τους (τα σενάρια, σύμφωνα με τα οποία απλά θέλουν να μας αγοράσουν για ένα πιάτο φακή, δεν φαίνεται να ευσταθούν· τι να κάνουν τα λάφυρά τους, όπως ακίνητα και επιχειρήσεις, σε μία κατεστραμμένη χώρα;). Επομένως, η ερώτηση “τι να κάνουμε, εάν εκείνοι επιμένουν;” τίθεται σε εντελώς λανθασμένη βάση. Δεν ξεκαθαρίζει ότι, στην περίπτωση αυτή, η Ευρωζώνη για μας θα είναι ένα κάτεργο χωρίς προοπτική, και προϋποθέτει ότι οι αξιωματούχοι της Ευρωζώνης, επιμένοντας σε μία αδιέξοδη πολιτική, στερούνται λογικής. Η άποψη ότι πρέπει να κάνουμε αυτό που μας λένε επειδή δεν έχουμε άλλη επιλογή ισοδυναμεί με επιθυμία παραμονής στο τρελοκομείο που θα είναι η Ευρωζώνη εάν δεν κατανοήσει το μέγεθος του κινδύνου που η ίδια διατρέχει.
Μνημόνιο ή θάνατος (ή κανένα από τα παραπάνω);
Πέρα από τις πολιτικές (και ίσως μεσοπρόθεσμα οικονομικές) σκοπιμότητες που εξυπηρετεί η επιμονή πολλών (κυρίως Γερμανών) αξιωματούχων στην ανάγκη προσκόλλησης στην πορεία που (με λάθος δεδομένα και υποθέσεις) χαράχτηκε, δεν είναι η μοναδική τάση που εκφράζεται. Η ανάγκη για ένα άλλο, πιο δραστικό και πιο ρεαλιστικό, σχέδιο έχει εκφραστεί ακόμη και στο Σπήγκελ, που υποστήριζε τον Φεβρουάριο ότι ένα κούρεμα 100% και ένα σχέδιο Μάρσαλ θα ήταν μία πιο λογική επιλογή από το προτεινόμενο (και τελικά ψηφισμένο) σχέδιο της Τρόικα (Μνημόνιο+Δανειακή+PSI).
Το αποτέλεσμα των εκλογών της 6ης Μαΐου ήταν ένα καμπανάκι για την Ευρώπη και σηματοδότησε την αλλαγή τής στάσης της απέναντι στην αποτυχημένη συνταγή λιτότητας, η οποία άρχισε πλέον να αμφισβητείται ανοιχτά ακόμη και από αυτούς που την πρότειναν ή την ψήφισαν. Οι νέες φωνές για αλλαγή πλεύσης, όπως των Γάλλων οικονομολόγων Φιτουσί και Ντελπλά (ο οποίος πέρυσι, σε μία ανοιχτή επιστολή του προς τους “φίλους” Έλληνες, τόνιζε ότι η Ελλάδα δεν έχει άλλη επιλογή παρά να συμμορφωθεί με τις υποδείξεις, γιατί η Ευρώπη μπορεί να αντέξει χωρίς μεγάλα προβλήματα το βάρος μιας ελληνικής χρεοκοπίας), πληθαίνουν, οι Γερμανοί συντηρητικοί απομονώνονται και ακόμη και το ΔΝΤ δηλώνει έτοιμο για συζήτηση εναλλακτικών προτάσεων.
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα, είναι λάθος η καλλιέργεια ηττοπάθειας, ότι είμαστε δηλαδή μόνοι και ανήμποροι και έρμαια των διαθέσεων κάποιας αυτοδιορισμένης ευρωπαϊκής εξουσίας. Μπορούμε να διδαχτούμε πολλά από τη στάση του Μπερλουσκόνι, ο οποίος επισημαίνει την κρισιμότητα της κατάστασης, την αδυναμία εξεύρεσης λύσης σε εθνικό (παρά μόνο σε ευρωπαϊκό) επίπεδο και ουσιαστικά δηλώνει στη Γερμανία “ή αλλάζουμε πορεία ή ένας από τους δυο μας φεύγει”. Παρόλη τη φαυλότητα του χαρακτήρα του, η στάση του είναι αξιέπαινη. Γι’ αυτόν δεν υφίσταται καν το δίλημμα, “τι να κάνουμε εάν η Μέρκελ είναι ξεροκέφαλη;”. Μεταξύ τίτλων (Ευρώ) και ουσίας (σωτηρία της χώρας του) διαλέγει την ουσία.
Οφείλουμε να εξηγήσουμε στους συνταξιδιώτες μας ότι με... κουβαδάκια δεν λύνεται το πρόβλημα, ότι κανείς δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα μόνος του και ότι υπάρχει ανάγκη για ένα συνολικό, ρεαλιστικό και εφαρμόσιμο πρόγραμμα που σέβεται τις αρχές πάνω στις οποίες (υποτίθεται ότι) οικοδομήθηκε η Ευρώπη. Αυτό δεν μπορεί να είναι ένα από τα προκάτ προγράμματα που παρουσίασαν αυτή την εβδομάδα τα δύο “μεγάλα” (πια) κόμματα. Ούτε, βέβαια, μπορούμε να επιτύχουμε τη συναίνεσή τους απλά πετώντας τους τον κουβά στα μούτρα (=μονομερής καταγγελία ή ακύρωση), αλλά ούτε και ζητώντας έναν άλλο κουβά (=μικρή βελτίωση των όρων).
Πρώτα απ’ όλα, όμως, πρέπει να σταματήσουμε να αυτοπαγιδευόμαστε σε φαντασιακά και ανύπαρκτα διλήμματα. Τα αφελή δημοσκοπικά ερωτήματα υποτιμούν όχι μόνο την ικανότητα των συνεταίρων μας να κατανοήσουν πού βαδίζουμε όλοι μαζί, αλλά και τη δική μας λογική.
Μόναχο, Σάββατο 2 Ιουνίου 2012
Άγγελος Κανλής
Ενημέρωση 3/6: Ο Καβαλιέρε έσπευσε να με διαψεύσει δηλώνοντας ότι η “τρελή ιδέα” του ήταν απλά ένα ευφυολόγημα. Κρίμα, γιατί αν ακόμη και οι νονοί δειλιάζουν μπροστά στην Τρόικα, δύσκολα θα της αντιταχθεί οποιοσδήποτε άλλος.
Σάββατο, 2 Ιουνίου 2012
Euro über alles