Τι να ψηφίσω;
Τι να ψηφίσω;
Σε δύο μέρες καλείται ο ελληνικός λαός να ψηφίσει για δεύτερη φορά φέτος. Μετά το χαοτικό προεκλογικό τοπίο των προηγούμενων εκλογών, η κατάσταση ξεκαθάρισε κάπως με το αποτέλεσμα της 6ης Μαΐου, οι οποίες, αν και είχαν διερευνητικό χαρακτήρα, κατέδειξαν τις κυρίαρχες επιλογές που θα έχουν οι ψηφοφόροι μεθαύριο. Παρότι οι νέες εκλογές παρέχουν τη δυνατότητα στο εκλογικό σώμα να λάβει πιο ξεκάθαρη στάση απέναντι στην μία ή την άλλη άποψη (βασικά, υπάρχουν δύο κύριες επιλογές, υπακοή ή ανυπακοή, με διαφορετικές αποχρώσεις σε κάθε κόμμα που υποστηρίζει τη μία ή την άλλη θέση), οι σφυγμομετρήσεις δείχνουν ότι οι ψηφοφόροι μοιράζονται σχεδόν σε ίσα μέρη μεταξύ των "μνημονιακών" και των "αντι-μνημονιακών" θέσεων. Εκτιμώ ότι, χωρίς ξεκάθαρη υποστήριξη, καμία από τις δύο φιλοσοφίες δεν μπορεί να έχει επιτυχία στη διακυβέρνηση της χώρας. Για το λόγο αυτό, θα προσπαθήσω να απαντήσω στο ερώτημα "τι να ψηφίσω;" κάνοντας μια αποτίμηση της κατάστασης και μία πρόβλεψη για τα ενδεχόμενα που ανοίγονται μπροστά μας.
Ανασκόπηση
Για 38 χρόνια (με ένα μικρό διάλειμμα το 89-90) την ευθύνη της διακυβέρνησης είχαν αποκλειστικά και εκ περιτροπής δύο κόμματα. Γνωρίζουμε λίγο πολύ πώς κυβέρνησαν και σε τι καταστάσεις οδήγησαν τη χώρα. Η διαφθορά, η πελατοκρατία, τα σκάνδαλα, η ανευθυνότητα και ο παρασιτισμός, φαινόμενα που σε κάποιον βαθμό συναντώνται σε όλες (ή τουλάχιστον στις περισσότερες) χώρες, στην Ελλάδα καθιερώθηκαν και γιγαντώθηκαν σε σημείο που να χαρακτηρίζουν την ταυτότητα του νεοέλληνα περισσότερο από οποιοδήποτε προσόν μας. Πολιτική βούληση για περιορισμό αυτών των φαινομένων δεν υπήρξε, κυρίως λόγω έλλειψης κοινωνικής πίεσης προς αυτή την κατεύθυνση. Όσο διαρκούσε η ανάπτυξη και εισπράταμε τα οφέλη της ευρωπαϊκής μας πορείας, ακόμη και εκείνοι που δεν οφελούνταν άμεσα από αυτά ήταν ικανοποιημένοι από την έστω και μικρή συμμετοχή τους στην ευημερία και δεν διαμαρτύρονταν ιδιαίτερα. 80% του εκλογικού σώματος είχε δεχτεί το δίλημμα "Πράσινοι ή Βένετοι" και, όπως έλεγε ο Μηλιώκας, είχαμε αρκεστεί "να διαλέγουμε τελικά ποιοι θα μας κοροϊδεύουνε". Βέβαια, πολλοί (ακόμη και οι άμεσα ωφελούμενοι από τα παρακμιακά φαινόμενα) διαμαρτύρονταν για την κατάσταση στις δημόσιες υπηρεσίες και στη δημόσια ζωή μας, ενώ εγχώριοι καλοθελητές ανέλαβαν (με περίσσιο ζήλο) την προβολή αυτής της πλευράς του χαρακτήρα μας στο εξωτερικό. Αλλά τις περισσότερες φορές αυτές οι διαμαρτυρίες αντιμετωπίζονταν ως υπερβολικές ή ασήμαντες, αφού θεωρούνταν ότι περιέγραφαν απλά κάποιες από τις πολλές εκφάνσεις της "ιδιαίτερης" ιδιοσυγκρασίας μας.
Και μετά ήρθε η αμερικανική οικονομική κρίση του 2008, που οδήγησε στο "περίεργο" 2009 και τα κατοπινά συνταρακτικά γεγονότα. Εκεί, το γνωστό μας πολιτικό δίπολο σήκωσε τα χέρια. Ο μεν ψέλισε κάτι για ανάγκη λήψης "γενναίων αποφάσεων", ο δε είπε το αξέχαστο "λεφτά υπάρχουν" (που προσωπικά πιστεύω ότι, μαζί με την εξαγγελία τού δημοψηφίσματος, ήταν τα μόνα σωστά που είπε, παρά το σάλο που δημιουργήθηκε), χωρίς κανείς από τους δύο, όμως, να κάνει τον κόπο να εξηγήσει στο λαό ποια ακριβώς ήταν η κατάσταση που επέβαλε την διενέργεια πρόωρων εκλογών (το γεγονός ότι ο ανηψιός ήξερε είναι αυταπόδεικτο, ενώ και το "παιντί" γνώριζε πολύ καλά, όπως έχει επιβεβαιωθεί από πολλές πλευρές, πρόσφατα και από στενό συνεργάτη του). Μετά την παρωδία των εκλογών, η χώρα ακολούθησε την προδιαγεγραμένη της πορεία. Αναθεώρηση του ελλείμματος, περαιτέρω φούσκωμά του με ό,τι θα μπορούσε (έστω και έμμεσα) να θεωρηθεί δημόσια δαπάνη και είχε κάποια (μη συμβατή με τον μέχρι τότε τρόπο υπολογισμού) σχέση με το 2009 (με προφανή στόχο η αναπόφευκτη μείωση των δαπανών του επόμενου χρόνου, λόγω καταγραφής τους στον προηγούμενο, να παρουσιαστεί ως μεγάλη επιτυχία της κυβέρνησης, όπως και έγινε), διστακτική λήψη μέτρων και συνήθως προς τη λάθος κατεύθυνση (π.χ. τον ανένδοτο εναντίον των ταξιτζήδων, που δεν είχαν καμία συμμετοχή στη διόγκωση του ελλείμματος ή την μείωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας, εν μέσω μάλιστα τουριστικής περιόδου), καμία αντιμετώπιση των εγγενών προβλημάτων του κράτους και της κοινωνίας, αποδοχή των επιταγών (τόσο των χρηματικών όσο και των λεκτικών) της Τρόικα χωρίς καμία ουσιαστική διαπραγμάτευση και αντιπρόταση, παράβλεψη των διατάξεων του συντάγματος, άνιση επιβάρυνση των οικονομικά ασθενέστερων και των φορολογικά συνεπέστερων και διεθνής διασυρμός της χώρας.
Κάποιες ακτίδες ελπίδας που διαφαίνονταν με την σθεναρή αντίσταση του αρχηγού της (τότε) αξιωματικής αντιπολίτευσης στις πιέσεις που του ασκούνταν από τους αρχηγούς των ομόλογων ευρωπαϊκών κομμάτων και με την επιμονή του σε μία άλλη στρατηγική (εστιαζόμενη στην ανάπτυξη), εξανεμίστηκαν μετά τους εκβιασμούς των "εταίρων" (αρσενικό, προς αποφυγή παρεξηγήσεων) προς το πρόσωπό του μετά το φιάσκο που ακολούθησε την συμφωνία της 26/27ης Οκτωβρίου και τα γεγονότα των παρελάσεων της εθνικής εορτής. Αναγκάστηκε να υπογράψει επιστολή τυφλής υποταγής και να συμπράξει σε μία κυβέρνηση υπό τον επικεφαλής της Τράπεζας της Ελλάδας όταν "μαγειρεύτηκαν" τα στοιχεία, τον άνθρωπο που είχε δηλώσει ότι ένα κούρεμα 50% θα ήταν καταστροφικό και που λίγες μέρες μετά ανέλαβε επικεφαλής της προσπάθειας να υλοποιήσει ακριβώς αυτό που καταδίκαζε. Η κυβέρνηση που δημιουργήθηκε δρομολόγησε την ψήφιση του λεγόμενου Μνημονίου ΙΙ (πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγείανσης), το οποίο, βέβαια, προωθήθηκε ως πακέτο μαζί με τη νέα δανειακή σύμβαση (δανεισμός για την κάλυψη οικονομικών αναγκών) και το PSI+ (αναδιάρθρωση χρέους ή αλλιώς "κούρεμα" 53.5% των ομολόγων των ιδιωτών).
Κατόπιν εορτής, δηλαδή αφού ψηφίστηκαν τα σχετικά νομοσχέδια, τα οποία δεν υπήρξαν ποτέ μέρος του προγράμματος κάποιου κόμματος στις εκλογές του 2009 και, κατά συνέπεια, δεν είχαν τεθεί στην κρίση του λαού (κάτι το οποίο προσπάθησε να κάνει ο Παπανδρέου με το δημοψήφισμα που ανακοίνωσε με εντελώς ερασιτεχνικό τρόπο και που υπονομεύτηκε από όλες τις πλευρές), προκυρήχθηκαν εκλογές, στις οποίες (όπως θα έπρεπε να είναι αναμενόμενο) το εκλογικό σώμα τιμώρησε με χαμηλά ποσοστά άνευ προηγουμένου τα δύο (πρώην) μεγάλα κόμματα για τη στάση τους να θεωρήσουν την ψήφο του 2009 ως λευκή επιταγή να διαχειριστούν τη χώρα όπως νομίζουν αυτά και άσχετα με τις προεκλογικές τους εξαγγελίες.
Ο κατακερματισμός των πολιτικών δυνάμεων μετά τις εκλογές της 6ης Μαΐου και ο σχεδόν ίσος καταμερισμός της ψήφου μεταξύ "μνημονιακών" και "αντι-μνημονιακών" κομμάτων κατέστησε σχεδόν αδύνατη τη συνεργασία, τουλάχιστον στα πλαίσια των προεκλογικών τους προγραμμάτων και τη διενέργεια νέων εκλογών αναπόφευκτη.
Αποτίμηση
Η προσωπική μου άποψη είναι ότι η άρον άρον ψήφιση του "προγράμματος" της Τρόικα τον περασμένο Μάρτιο, χωρίς ουσιαστική διαπραγμάτευση και χωρίς να ληφθεί υπόψη η επιθυμία του λαού (ακόμα κι αν δεν υπήρχε χρόνος για κάτι τέτοιο, όπως υποστήριξε ο Σαμαράς), ήταν ένα τεράστιο λάθος. Το πρόγραμμα αυτό, παρότι δεν είχε την υποστήριξη ενός μεγάλου μέρους του λαού, δεσμεύει τη χώρα για τα επόμενα χρόνια και μάλιστα σε κατεύθυνση που είναι σχεδόν σίγουρο ότι επιδεινώνει την κατάσταση αντί να τη βελτιώνει.
Το "Μνημόνιο" αντιμετωπίζει την δημοσιονομική εξυγείανση ως ένα πρόβλημα περικοπών και αποπειράται να εξαλείψει το έλλειμμα αποκλειστικά μέσω της περιστολής των δημοσίων δαπανών αγνοώντας κάθε έννοια μακροοικονομίας. Η βασική (και προβλέψιμη) συνέπειά του είναι η ύφεση (κάποιες απόψεις που εκφράστηκαν, ότι δήθεν η ύφεση είναι αποτέλεσμα της ελλιπούς εφαρμογής του, είναι αστείες, αφού και οι περικοπές που ζητήθηκαν έγιναν, αλλά και η ύφεση δημιουργήθηκε σε όλες τις χώρες που εφάρμοσαν την άγρια λιτότητα του ΔΝΤ), η οποία μειώνει τα έσοδα και δημιουργεί ανάγκη για περαιτέρω μείωση των εξόδων κ.ο.κ. Το σημαντικότερο, όμως, μειονέκτημά του είναι ότι (αν όχι το ίδιο τουλάχιστον η εφαρμογή του) προβλέπει την άνιση και σχεδόν αποκλειστική επιβάρυνση της μικρομεσαίας τάξης. Τα υπερβολικά υψηλά εισοδήματα, η διαφθορά και η εκμετάλλευση δεν έχουν θιγεί στο ελάχιστο. Αυτό το έχουν παραδεχτεί και μέλη του "συστήματος", όπως ο Γιουνκέρ, αλλά το επισήμανε ακόμα και η σκανδαλοθηρική Bild. Η αλαζονεία των πολύ πλουσίων και αυτών που έβγαλαν πολλά χρήματα με την προηγούμενη κατάσταση έχει φτάσει στο προκλητικό σημείο ακόμα και να λοιδωρούν την αδυναμία του κράτους να τους εντοπίσει και να τους φορολογήσει.
Αυτή η στοχοποίηση των μικρομεσαίων δεν είναι τυχαία. Το Μνημόνιο αντιπροσωπεύει την οικονομική κοσμοθεωρία της Τρόικας, που είναι σφόδρα νεοφιλελεύθερη και, όπως δείχνουν πάμπολλα παραδείγματα παγκοσμίως, καταστροφική. Η Ναόμι Κλάιν συνοψίζει τη νεοφιλελεύθερη φιλοσοφία στο τρίπτυχο: απορρύθμιση, ιδιωτικοποιήσεις, (κοινωνικές) περικοπές. Κανένα από τα τρία δεν λείπει από το Μνημόνιο. Η Κλάιν επίσης περιγράφει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες αυτή η φιλοσοφία, η οποία εξυπηρετεί τα συμφέροντα των μεγάλων πολυεθνικών και των υπερβολικά πλούσιων, επιβλήθηκε σε διάφορες χώρες, συγκεκριμένα πάντα μετά από ένα μεγάλο σοκ (φυσική καταστροφή, πόλεμο, δικτατορία, κλπ) και την ονομάζει "Το Δόγμα του Σοκ" (όπως και ο τίτλος του βιβλίου της). Το ότι τα μέτρα που επιβάλλονται στην Ελλάδα είναι μέρος αυτού του δόγματος επιβεβαίωσε με άρθρο της η πρώην υπάλληλος του ΔΝΤ και υποψήφια βουλευτής, Μιράντα Ξαφά, που τα αποκαλεί "θεραπεία-σοκ διαρθρωτικών αλλαγών" (τί έτι χρείαν έχομεν μαρτύρων)!
Το ότι το μνημόνιο είναι αδιέξοδο και οι παραχωρήσεις που προέβλεπε το PSI+ ιδιαιτέρως επικίνδυνες (για να μην χρησιμοποιήσω άλλη έκφραση που χρησιμοποιείται κατά κόρον από τον Καμμένο) υποστηρίχθηκε ακόμα και από τη βουλευτή επικρατείας του ΠΑ.ΣΟ.Κ., Έλενα Παναρίτη, στην ανεξήγητη (αφού στη συνέχεια ψήφισε "ναι, σε όλα"!) ομιλία της στην Επιτροπή Οικονομικών κατά την επεξεργασία και εξέταση του σχεδίου νόμου του Μνημονίου.
Επομένως είναι βέβαιο ότι η κυβέρνηση που θα προκύψει από τις επόμενες εκλογές θα κληθεί να διαχειριστεί την αναπόφευκτη αποτυχία του προγράμματος της Τρόικα και τις συνέπειες του καταστροφικού και επικίνδυνου Μνημονίου.
Προοπτικές
Το θετικό που προέκυψε από τις προηγούμενες εκλογές είναι ότι όλα τα κόμματα, ακόμα και αυτά που προεκλογικά υποστήριζαν σθεναρά τον μνημονιακό μονόδρομο, έθεσαν ως στόχο στην ατζέντα τους την επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου, έστω και αν ο καθένας τους την αντιλαμβάνεται διαφορετικά. Επίσης, και οι Ευρωπαίοι πολιτικοί έπαψαν την ανένδοτη στάση τους και δείχνουν (περιορισμένη) διαλλακτικότητα, αν και προσπαθούν να κρατήσουν τα προσχήματα, όπως ο νέος γάλλος πρόεδρος, ο οποίος μας ζητάει "Σεβαστείτε τις δεσμεύσεις για να αλλάξουμε το πρόγραμμα", κάτι που είναι ένα σχήμα οξύμωρο, αφού το "πρόγραμμα" που υπόσχεται να αλλάξει είναι οι δεσμεύσεις μας (δηλαδή μας ζητά να τηρήσουμε κάτι το οποίο δεν θα ισχύσει)!
Αναρωτάται, λοιπόν, ο ψηφοφόρος, ποια θα ήταν η καλύτερη επιλογή στις επερχόμενες εκλογές. Οι δυνατότητες φαίνονται να είναι πιο περιορισμένες σε σχέση με την προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση. Εκτιμώ ότι, λόγω του ληστρικού εκλογικού νόμου, με το μπόνους των 50 εδρών στο πρώτο κόμμα και το πλαφόν του 3%, οι ψηφοφόροι των κομμάτων που έμειναν εκτός κοινοβουλίου στις προηγούμενες εκλογές θα υποστούν μεγάλες πιέσεις και θα διαρρεύσουν προς κάποιο από τα κοινοβουλευτικά κόμματα, κυρίως προς τους δύο βασικούς αντιπάλους της εκλογικής αναμέτρησης, την Ν.Δ. και τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Από τα τρέχοντα κοινοβουλευτικά κόμματα, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. πλήρωσε την πολιτική της υποτέλειας με το ποσοστό που πήρε στις 6 Μαΐου και με την επικείμενη διάλυσή του μετά τις νέες εκλογές (βγάζει δεν βγάζει το καλοκαίρι), όπου θα δυσκολευτεί πολύ να περάσει τη... βάση του 10, ενώ οι εκπρόσωποι της λαϊκής δεξιάς και αριστεράς, ΑΝ.ΕΛ. και ΔΗΜ.ΑΡ., παρουσιάζουν μία ερμαφρόδιτη στάση (με επιθετική πολιτική διεκδίκησης αποζημιώσεων και εκμετάλλευσης του φυσικού πλούτου της χώρας οι μεν και μνημονιακο-αντιμνημονιακή πολιτική οι δε). ΚΚΕ και Χ.Α. παίζουν σε δικό του πρωτάθλημα ο καθένας και είναι εκτός συναγωνισμού.
Στον ΣΥ.ΡΙΖ.Α., παρότι υπάρχουν λογικές φωνές, ειδικά στο οικονομικό του επιτελείο (όπως οι Παρασκευόπουλος και Κοτζιάς), υπάρχει πολυφωνία απόψεων ως προς την πολιτική λύση. Έχουν ακουστεί τόσες, πολλές φορές αντικρουόμενες, απόψεις και προτάσεις από στελέχη του, που είναι ασαφής η πολιτική που πρόκειται να εφαρμόσει, εάν έχει την εξουσία. Επίσης, έχει στοχοποιηθεί από την Τρόικα και τους ευρωπαίους πολιτικούς και (παρότι τα "μαζεύουν" σχετικά με τις έγγραφες δεσμεύσεις που υποτίθεται ότι θα του ζητούσαν) διατρέχει τον κίνδυνο να του φορτώσουν οποιοδήποτε προδιαγεγραμμένο σχέδιο ευθανασίας της χώρας έχουν ήδη αποφασίσει. Είναι ακόμα σχεδόν βέβαιο ότι δεν πρόκειται να πετύχει ποσοστό που θα του εξασφαλίζει αυτοδυναμία και θα πρέπει να συνεργαστεί για να φτιάξει κυβέρνηση, με αποτέλεσμα ο οποιοσδήποτε συνεταίρος του να τον υπονομεύσει στην πρώτη ευκαιρία.
Αυτό μας αφήνει με μία κύρια επιλογή, τη Ν.Δ., η οποία ελάχιστα πρόλαβε να δείξει από το πραγματικό της πρόσωπο, το οποίο ο λαός φαίνεται να έχει ξεχάσει (αν και πρόσφατα φρόντισε να του το ξαναθυμήσει στέλεχός της που έκανε κλήση για συνέχιση της πρακτικής του ρουσφετιού). Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι αυξάνει τα ποσοστά της και ότι ο λαός είναι διατεθειμένος να ανανεώσει την εμπιστοσύνη του σε αυτούς που ευθύνονται τουλάχιστον για τη μισή από την κατάσταση στην οποία βρέθηκε η χώρα. Η πολιτική της είναι κατά βάση ευθυγραμμισμένη με την νεοφιλελεύθερη φιλοσοφία του Μνημονίου που ανέλυσα παραπάνω, αν και λαμβάνει υπόψη της και κάποιες από τις ανάγκες του απλού λαού (πάντα είχα την απορία, πώς είναι δυνατόν μεγάλο μέρος του 99% που δεν είναι μεγαλοκεφαλαιούχοι να υποστηρίζουν πολιτικές που ευνοούν εξόφθαλμα το 1% - ίσως ελπίζουν πως κάποτε μπορούν και αυτοί να περάσουν στο 1%). Με την επιστροφή της ένθερμης θιασώτριας του νεοφιλελεύθερου μοντέλου, της αρχηγού της ΔΗ.ΣΥ., η μνημονιακή πτέρυγα της Ν.Δ. ενισχύεται και παραμονεύει την ευκαιρία να έρθει στο προσκήνιο. Μία τέτοια ευκαιρία μπορεί να παρουσιαστεί εάν η Ν.Δ. δεν έχει αυτοδυναμία και αναγκαστεί να συνεργαστεί για τη δημιουργία κυβέρνησης. Ο Μητσοτάκης φαίνεται να προετοιμάζει το δρόμο για την κόρη του, όταν δηλώνει ότι "στην Ελλάδα δεν υπάρχει παράδοση ο επικεφαλής συμμαχικής κυβέρνησης να είναι ο αρχηγός του πρώτου κόμματος", υπονοώντας ότι στην περίπτωση αυτή ο Σαμαράς θα πρέπει να αναβάλει το όνειρό του για πρωθυπουργία.
Συμπέρασμα
Με αυτά τα δεδομένα, θεωρώ ότι είναι κρίμα να ανατεθεί το δύσκολο και ίσως ακατόρθωτο έργο της αντιμετώπισης της τρέχουσας αδιέξοδης κατάστασης σε κάποιον που δεν είχε καμιά συμμετοχή και όχι μόνο δεν υποστήριξε, αλλά προειδοποίησε για την επερχόμενη καταστροφή. Είναι κρίμα να χρεωθεί η νεοφιλελεύθερη αποτυχία (ή ίσως επιτυχία;) σε κάποιον που υποστηρίζει το αντίθετο μοντέλο.
Η καλύτερη λύση είναι νίκη της Ν.Δ. χωρίς αυτοδυναμία και κυβέρνηση συνεργασίας με Τζημερομάνο (που, με τη διάλυση της ΔΗ.ΣΥ. είναι το μόνο εναπομείναν νεοφιλελεύθερο κόμμα), με πρωθυπουργό την Ντόρα και υπουργό οικονομικών τη Μιράντα. Ας λουστούν οι νεοφιλελεύθεροι το αποτέλεσμα των πολιτικών τους. Γι’ αυτό στις 17 Ιουνίου ψηφίζουμε Ν.Δ. (να μην το παρακάνουμε όμως) και Δημιουργία, Ξαφά! Τουλάχιστον αυτοί έχουν πρόσβαση σε ελικόπτερα.
Μόναχο, 15 Ιουνίου 2012
Άγγελος Κανλής
Παρασκευή, 15 Ιουνίου 2012
Que Será Será