Δοξολογία Εξοδολογίας
Δοξολογία Εξοδολογίας
Τον τελευταίο καιρό, σε όλο και περισσότερες επίσημες ή ανεπίσημες δηλώσεις, γίνεται λόγος για το ενδεχόμενο εξόδου ή αποπομπής της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Οι δηλώσεις αυτές προέρχονται από ένα ετερόκλητο πλήθος ατόμων και λαμβάνουν σημαντικά διαφορετικές μορφές.
Άτομα που αναφέρουν το ενδεχόμενο εξόδου/αποπομπής είναι:
I.Έλληνες πολιτικοί που εκπροσωπούν το (μέχρι τώρα) πολιτικό κατεστημένο. Σ’ αυτούς περιλαμβάνονται οι αρχηγοί των δύο (πρώην) μεγάλων κομμάτων (Σαμαράς, Βενιζέλος), καθώς και μέλη των κομμάτων τους (Ντόρα, Γεννηματά, κλπ), όπου η αναφορά του “απευκταίου” συνοδεύεται σχεδόν πάντα από τις λέξεις “ΣΥ.ΡΙΖ.Α.” ή “Τσίπρας”. Εδώ υπάρχει ξεκάθαρα η πρόθεση να συνδεθεί το σενάριο της ευρωεξόδου (που στο μυαλό των περισσοτέρων είναι συνώνυμο της καταστροφής) με τον απροσδόκητο νέο τους αντίπαλο.
II.Ξένοι αξιωματούχοι που προειδοποιούν ότι αλλαγή πολιτικής στην Ελλάδα θα ισοδυναμεί με πορεία εξόδου. Εδώ περιλαμβάνονται τόσο πολιτικοί (Μέρκελ, Σόιμπλε, κλπ), όσο και τροϊκανοί (Μπαρόζο/Φαν Ρομπουί, Λαγκάρντ, κλπ), ακόμα και όταν διαψεύδουν το σενάριο (π.χ., Γιουνκέρ). Προφανώς, η αιτία δεν μπορεί να είναι άλλη από τον πειθαναγκασμό των “ανυπάκουων” Ελλήνων (αρχόντων και αρχομένων) να συμφωνήσουν με την πολιτική που αυτοί χάραξαν και πρεσβεύουν.
III.Εγχώρια (π.χ., Καθημερινή) και διεθνή (π.χ., BILD) έντυπα, που ουσιαστικά αναπαράγουν τις θέσεις των δύο πρώτων κατηγοριών. Στις περισσότερες περιπτώσεις, απλά εξυπηρετούν τα ίδια συμφέροντα, δηλαδή οι λόγοι πίσω από τη στάση τους είναι αυτοί που αναφέρθηκαν παραπάνω. Οι υπόλοιποι φαίνονται να ακολουθούν το συρμό, αναπαράγοντας ένα θέμα “της μόδας”, πιστοί στη λογική της πεσούσης δρυός. Στην τελευταία κατηγορία μάλλον θα πρέπει να συμπεριληφθούν και οικονομικά ιδρύματα (π.χ., Citigroup) ή οικονομικές στήλες (π.χ., Forbes) που με το κύρος τους προσδίδουν στα σενάρια μία μεγαλύτερη αληθοφάνεια.
IV.Διεθνείς οικονομολόγοι (Κρούγκμαν, Γουάισμπροτ, Ρουμπινί, Λαπαβίτσας, Σκαπέρδας, κλπ.), που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως “θεωρητικοί της δραχμής” (όχι όμως της δεκάρας), αφού ευαγγελίζονται (όχι μόνο πρόσφατα, αλλά σχεδόν από την αρχή της κρίσης) ότι η μόνη εφικτή λύση είναι η αποδέσμευση από το σκληρό ευρώ και η επιστροφή σε εθνικό νόμισμα. Μαζί μ’αυτούς θα πρέπει να καταταχθούν και οι εγχώριοι πολιτικοί της ίδιας άποψης (Παπαρήγα, Καζάκης, Αλαβάνος, κλπ). Όλοι αυτοί φαίνονται πεπεισμένοι ότι η μόνη λύση είναι το εθνικό νόμισμα και οι δηλώσεις τους είναι μία προσπάθεια “προσηλυτισμού” των υπολοίπων, που ακόμη αναζητούν ασφάλεια και σιγουριά στο ευρώ.
Πρόσωπα που προέβησαν σε περιστασιακές δηλώσεις που απλά άπτονται του θέματος (π.χ., Τσίπρας) δεν περιλαμβάνονται στην παραπάνω λίστα. Επίσης, κρυφά κίνητρα που δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν αλλά είναι απλές εικασίες (π.χ., ότι οι τελευταίοι εκπροσωπούν το κρυφό σχέδιο των “Αγγλοσαξώνων” να καταστρέψουν το Ευρώ) δεν έχουν ληφθεί υπόψιν.
Είναι, λοιπόν, προφανές ότι οι κύριοι στόχοι αυτών που καταφεύγουν στην Εξοδολογία είναι
i.ανάσχεση της δυναμικής του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και προσέλκυση ψηφοφόρων,
ii.πειθαναγκασμός των Ελλήνων να αποδεχθούν το πρόγραμμα της Τρόικα,
iii.αύξηση των πωλήσεων (προκειμένου για εφημερίδες),
iv.υποστήριξη μιας “άλλης λύσης”.
Δεν είναι ξεκάθαρο, εάν και κατά πόσο επιτυγχάνονται οι παραπάνω στόχοι. Με βάση τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, φαίνεται ότι ο πρώτος στόχος επιτυγχάνεται μόνο κατά το δεύτερο μέρος (που πάλι μπορεί να οφείλεται περισσότερο στη “διεύρυνση” της Ν.Δ. παρά στη ρητορική της). Η επίτευξη του δεύτερου στόχου, ο οποίος υφίσταται τουλάχιστον από την περιπέτεια του Οκτωβρίου με την υπαγόρευση του ερωτήματος του δημοψηφίσματος από τους Μερκοζί και εντάθηκε μετά τις εκλογές, διαψεύδεται από τα αποτελέσματα των εκλογών της 6ης Μαΐου και την επιβεβαίωσή τους στα μετεκλογικά δημοσκοπικά ευρήματα. Ο τρίτος στόχος μάς είναι παντελώς αδιάφορος. Τέλος, δεδομένου του υψηλότατου ποσοστού του κόσμου που επιθυμεί παραμονή της χώρας στο Ευρώ, ο τέταρτος στόχος βρίσκεται πολύ μακρυά από την επίτευξή του.
Υπάρχει όμως μία πιο χειροπιαστή και αδιαμφισβήτητη συνέπεια αυτής της ακατάσχετης εξοδολογίας: πολλοί Έλληνες καταθέτες, παρακινούμενοι από το κλίμα που δημιουργείται και φοβούμενοι είτε μια κυβέρνηση ΣΥ.ΡΙΖ.Α. μετά τις εκλογές είτε μια “εξάντληση της υπομονής” των Ευρωπαίων με τα “τερτίπια” μας, αποσύρουν τις καταθέσεις τους από τις ελληνικές τράπεζες και τις τοποθετούν σε “ασφαλέστερα” μέρη. Όσοι έχουν λίγα χρήματα τα κρύβουν σε σεντούκια, χρηματοκιβώτια ή στρώματα. Αυτοί που έχουν περισσότερα ανοίγουν λογαριασμούς στο εξωτερικό, σε τράπεζες “δυνατών” χωρών. Η χώρα προτίμησης είναι, φυσικά, η Γερμανία, όχι μόνο λόγω της φήμης της ως παράδειγμα σταθερότητας, αλλά, κυρίως, λόγω της μεγάλης παρουσίας ομογενών. Για το άνοιγμα και τη διαχείριση τραπεζικού λογαριασμού στη Γερμανία, είναι αναγκαία η ύπαρξη κατοικίας ή κάποιου συνδέσμου στη χώρα. Για το λόγο αυτό, πολλοί ομογενείς αναλαμβάνουν να διεκπεραιώσουν τη διαδικασία για λογαριασμό συγγενών και φίλων τους. Πληροφορήθηκα μάλιστα ότι οι περισσότερες γερμανικές τράπεζες (με προεξάρχουσα την Deutsche Bank) διαθέτουν Έλληνες υπαλλήλους για την διευκόλυνση των νέων πελατών τους από την Ελλάδα, ώστε η μεταφορά των κεφαλαίων από την Ελλάδα στη Γερμανία να γίνεται απρόσκοπτα.
Όπως αναφέρει η BILD σε πρόσφατο άρθρο της, “οι Έλληνες λεηλατούν τους λογαριασμούς τους”. Οι συνέπειες αυτής της “λεηλασίας” είναι εξωφρενικές: τα χρήματα των Ελλήνων καταθετών στις γερμανικές τράπεζες καταλήγουν ως δάνεια στο ελληνικό κράτος, μέσω της συμμετοχής της Γερμανίας και της EKT στο μηχανισμό στήριξης, τα οποία διατίθενται, μεταξύ άλλων (αν όχι κυρίως), για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών, που είναι απαραίτητη, λόγω της αφαίμαξής τους από τους καταθέτες. Με τη σειρά του, αυτός ο δανεισμός επιδεινώνει την δημοσιονομική εικόνα της χώρας, πράγμα που εντείνει την Εξοδολογία, δημιουργεί μεγαλύτερη αβεβαιότητα και αυξάνει τον αριθμό αυτών που αποσύρουν τις καταθέσεις τους, με συνέπεια να μεγαλώνει το πρόβλημα κ.ο.κ.
Όταν ο Γλέζος πρότεινε την αναγκαστική παροχή δανείων στο κράτος από καταθέτες με περισσότερα από €20000, αντιμετώπισε κατακραυγή από το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου. Οι Έλληνες δεν θέλουν κανέναν περιορισμό ή υπόδειξη σχετικά με το πώς θα διαθέσουν τους καρπούς των κόπων τους, ακόμη και αν πρόκειται για τη σωτηρία του κράτους στο οποίο ζούνε και των τραπεζών στις οποίες έχουν τα χρήματά τους. Κατέληξαν, όμως (σίγουρα με ευθύνη του Γλέζου που ανακίνησε το θέμα και των μέσων ενημέρωσης που το αναπαρήγαγαν κυρίως για πολιτικούς λόγους, με συνέπεια να ανησυχήσει ο κόσμος ότι θα του πάρουν τα χρήματα), να δώσουν οικειοθελώς τις οικονομίες τους για τον ίδιο λόγο (διάσωση κράτους και τραπεζών), αλλά όχι απ’ευθείας σ’αυτόν που χρειάζεται χρήματα, παρά σε έναν μεσάζοντα (γερμανικές τράπεζες) που μόνο κερδίζει από την παρούσα κατάσταση.
Αυτός που κερδίζει, λοιπόν, από την Εξοδολογία είναι κατά κύριο λόγο οι γερμανικές τράπεζες και, έμμεσα, η γερμανική οικονομία. Είναι οι ίδιοι που σε πρόσφατο άρθρο του Bloomberg περιγράφονται ως οι κύρια ωφελημένοι από τα πακέτα “διάσωσης”, κάτι που έχει επισημανθεί και αλλού.
Κάτω από το πρίσμα αυτού του συμπεράσματος, η στάση των ατόμων της κατηγορίας II, κυρίως των γερμανών πολιτικών και αξιωματούχων, είναι απόλυτα κατανοητή. Διάφορες εξηγήσεις έχουν δοθεί για τη συμπεριφορά τους αυτή, η επικρατούσα από τις οποίες είναι ότι οι “Ευρωπαίοι” έχουν χάσει την υπομονή τους μαζί μας και προετοιμάζουν το έδαφος για την παραδειγματική μας τιμωρία. Ωστόσο, η πιθανότητα να μας “τιμωρήσουν” οι Ευρωπαίοι με αποβολή από την Ευρωζώνη, επειδή δεν ψηφίσαμε σωστά ή επειδή δήθεν δεν τηρήσαμε τις “δεσμεύσεις” μας έχει πιο λίγες πιθανότητες από το, π.χ., να μας χαρίσουν όλο το χρέος και να μας δώσουν και χαρτζηλίκι: παρά τις διαβεβαιώσεις για προετοιμασία της Ευρώπης γι’αυτό το ενδεχόμενο, κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει με σχετική ασφάλεια τις συνέπειες μιας τέτοιας αποπομπής (όπως περιγράφονται σε πρόσφατο άρθρο του TIME) και κανένας υπεύθυνος ευρωπαίος πολιτικός δεν θα παίξει το μέλλον της χώρας του στα ζάρια. Αντίθετα, όσο μάλιστα η ελληνική κοινή γνώμη είναι κατά της εξόδου, οι προκλητικές δηλώσεις των Γερμανών (που είναι τόσο ανυπόστατες όσο οι δικές μου απειλές στον γιο μου ότι δεν θα τον πάρω στο πάρτι γενεθλίων του, εάν δεν καθήσει καλά) δεν φαίνεται να αποσκοπούν σε τίποτε άλλο παρά στη διατήρηση της παρούσας κατάστασης που μόνο οφέλη έχει για τη Γερμανία, η οποία προβάλλει ως το μόνο ασφαλές λιμάνι σε μια τρικυμισμένη ευρωθάλασσα και εκμεταλλεύεται τη χαμηλότερη τιμή του Ευρώ και την συσσώρευση κεφαλαίου στην επικράτειά της.
Δεδομένου ότι η κατηγορία III είναι ουσιαστικά προέκταση των δύο πρώτων και οι εκπρόσωποι της κατηγορίας IV μπορούν να χαρακτηριστούν ως ιδεαλιστές, εκείνο που είναι ακατανόητο είναι η στάση των πολιτικών της κατηγορίας I, οι οποίοι με θαυμαστή συνέπεια συνεχίζουν τη διαιώνιση ενός ξενόφερτου διλήμματος, που χρονολογείται τουλάχιστον από την ατυχή δήλωση της Διαμαντοπούλου τον περασμένο Νοέμβριο.
Είναι καιρός να αφήσουν κατά μέρος τα αμφίβολα μικροκομματικά οφέλη που νομίζουν ότι θα αποκομίσουν απ’ αυτή τη “στρατηγική” τους και να αναλογιστούν τις καταστροφικές και ίσως μη αναστρέψιμες συνέπειές της για τον τόπο.
Μόναχο, Σάββατο 26 Μαΐου 2012
Ενημέρωση 27/5: Οι σημερινές δηλώσεις Τσίπρα δείχνουν να συμπίπτουν με κάποιες από τις παραπάνω θέσεις. Θα ήθελα να ξεκαθαρίσω ότι δεν υπήρξε... προηγούμενη συνεννόηση μεταξύ των δυο μας. Ούτε ήθελα ποτέ να προωθήσω τις θέσεις του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., ούτε πιστεύω ότι ο (για μία μέρα) αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης πρόλαβε να διαβάσει το άρθρο μου και να με... αντιγράψει.
Σάββατο, 26 Μαΐου 2012
Cui bono?